Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ..


Στην ελληνική παράδοση το άλογο γενικά κατέχει ιδιαίτερη θέση. Η αγάπη των Ελλήνων στ΄ άλογα διαφαίνεται από τους μυθικούς χρόνους. Πολλοί αρχαίοι ημίθεοι και Βασιλείς διέπρεψαν με ονομαστά άλογα όπως ο Ηρακλής, ή ο Περσέας με τον περίφημο φτερωτό Πήγασο, αλλά και ο Μέγας Αλέξανδρος με τον ονομαστό "Βουκεφάλα" που τον μετέφερε μέχρι την Ινδία. Οι αρχαίοι Έλληνες γλύπτες άρχισαν πρώτοι να παρουσίαζουν τη τέλεια τέχνη τους σμιλεύοντας σε μάρμαρο τέλεια άλογα στολίζοντας τους καλλίτερους ναούς τους, όπως τον Παρθενώνα, και ιερούς χώρους όπως την Ελευσίνα. Σήμερα ακόμη οι ωραιότεροι αδριάντες θεωρούνται εκείνοι των έφιππων που στολίζουν τις κυριότερες πλατείες των πόλεων.
Στη λαϊκή ελληνική συνείδηση ο ίππος έχει συνδεθεί με ιδιαίτερα χαρίσματα αλλά και με πλήθος από δοξασίες. Όπως για παράδειγμα αν χλιμιτρίζει στον ύπνο του το άλογο θα πεθάνει τ΄ αφεντικό του, ή ανάλογα με το χλιμίτρισμα προαναγγέλει τη μεταβολή του καιρού. Στα άλογα οι Έλληνες δίνουν διάφορες ονομασίες όπως "Καράς", "Ρούσος", "Ψαρρής", "Ντορής", "Μπάλιος", "Μελίσσης" που περισσότερο έχουν να κάνουν με το χρώμα του τριχώματης τους. Στα Μεσαιωνικά ποιήματα τα λεγόμενα Ακριτικά, κυριαρχούν τα ονόματα "Γρίβας", "Μαύρος" και "Πέπανος". Πολλά επίσης κλέφτικα τραγούδια κάνουν αναφορά σε άλογα με την έννοια του πιστότερου σύντροφου του πολεμιστή που δεν τον εγκαταλείπει ακόμα και τραυματισμένο προτρέποντάς τον μάλιστα να καβαλικέψει και πάλι για να συνεχίσουν. Χαρακτηριστικό το ακόλουθο λυρικό δημοτικό σε απάντηση του κατάκοιτου ήρωα προς το αγαπημένο του άλογο:



-Δεν μπορώ καημένε "γρίβα", γιατί μ΄ έχουν λαβωμένο,
στη καρδιά πετυχημένο.
Σύρε σκάψε με τα νύχια, με τ΄ αργυροπέταλά σου,
τράβηξέ με, με τα δόντια, ρίξε με μέσα στο χώμα.
Έπαρε και τ΄ άρματά μου, δώσε τα στα γονικά μου,
Έπαρε και το μαντήλι, το χρυσό μου δακτυλίδι,
να τα δώσεις της καλής μου, να με κλαίει σαν τα βλέπει.

το αλογο...


Το άλογο ή ίππος ή άτι[1], (Equus caballus), είναι τετράποδο περισσοδάκτυλο θηλαστικό της οικογένειας των ιππιδών (Equidae), που χρησιμοποιήθηκε από την αρχαιότητα ως μέσο μετακίνησης και αποτέλεσε βασική κινητήρια δύναμη των αμαξών αλλά και χρήσιμο εργαλείο στον πόλεμο. Βοήθησε επίσης την εξάπλωση των ανθρώπων σε νέες περιοχές, καθώς και τη μετανάστευση ολόκληρων λαών. Εξημερώθηκε από τον άνθρωπο γύρω στο 4500 π.Χ. Στην αρχαία ελληνική, η ονομασία του ήταν ἵππος.
Το άλογο είναι ψηλό ζώο, γνωστό για την περήφανη όψη του. Γεννάει κάθε φορά συνήθως ένα μωρό, σπανιότερα δύο, και η θηλυκιά τα θηλάζει μέχρι να είναι έτοιμα να βοσκήσουν μόνα τους. Ζουν πολλά χρόνια και αρκετές φορές ξεπερνούν τα 25. Αν και πιστευόταν ότι δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνο ζώο, όπως δείχνει και το όνομά του, έχει αποδειχτεί ότι κατέχει ευφυία που έχει να κάνει με την εκμάθηση καθηκόντων, τη μνήμη και τη λύση προβλημάτων.
Σήμερα η χρήση του ως μεταφορικό μέσο στην Ευρώπη έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Παραμένει όμως σε πολλές χώρες της Ασίας, και σε ενδοχώρες της Λατινικής Αμερικής. Άλογα απαντώνται εκτός από άθλημα στην ιππασία και τον ιππόδρομος, σε προεδρικές και βασιλικές φρουρές αλλά και σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις, όπως σε έφιππες αστυνομικές δυνάμεις, καθώς και στις κοινωνίες των Άμις. Το άλογο χρησιμοποιείται επίσης στις παραδοσιακές γιορτές, καθώς και στο κυνήγι αλεπούδων στη Σκωτία και στην Αγγλία.
Το άλογο προήλθε από τον ηώιππο, ένα μικρό τετράποδο θηλαστικό της εποχής του Ηωκαίνου, πριν 55 εκατομμύρια χρόνια[2]. Ο ηώιιπος εξελίχθηκε στο μεσόιππο, το μειόιππο και το πλειόιππο αυξάνοντας το μέγεθός του[2]. Ο σημερινός ίππος μάλλον εμφανίστηκε στη Βόρεια Αμερική, κατά την εποχή του Πλειστοκαίνου, και από εκεί μετανάστευσε στον υπόλοιπο κόσμο[2]. Από το ίδιο εξελικτικό δέντρο προήλθαν το γαϊδούρι, η ζέβρα, η Κουάγκα, το άλογο Przelwaski[2][3] και άλογο Παλλάς[2].